Home Featured Διέξοδο από την Ουκρανική Κρίση και απαντήσεις στις μεγάλες προκλήσεις ψάχνει ο Διεθνής Tύπος

Διέξοδο από την Ουκρανική Κρίση και απαντήσεις στις μεγάλες προκλήσεις ψάχνει ο Διεθνής Tύπος

0
Διέξοδο από την Ουκρανική Κρίση και απαντήσεις στις μεγάλες προκλήσεις ψάχνει ο Διεθνής Tύπος

Η ουκρανική κρίση εξακολουθεί να απασχολεί έντονα τις αναλύσεις του ξένου Τύπου. Τα ξένα δημοσιεύματα, έναν μήνα μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής, θέτουν υπό το μικροσκόπιο τους τα πιθανά σενάρια που αφορούν το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία.

Παρά τη σχετική στασιμότητα των ρωσικών δυνάμεων στα ουκρανικά εδάφη, τα δυτικά δημοσιεύματά προβάλλουν την άποψη ότι το τέλος των εχθροπραξιών θα έρθει μέσα από αμοιβαίες υποχωρήσεις των πλευρών. Ορισμένες από αυτές τις υποχωρήσεις δεν αποκλείεται να δυσαρεστήσουν την Ουάσιγκτον και τις δυτικές πρωτεύουσες.

Στο τέλος της κρίσης μέσα από αντικριστές κινήσεις καλής θελήσεως εστιάζουν και οι πρωταγωνιστές της ουκρανικής κρίσης, ο Τύπος της Ρωσίας και Ουκρανίας. Η κάθε πλευρά επιχειρεί να προβάλλει τις κόκκινες γραμμές της στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Την ίδια ώρα, ο ασιατικός Τύπος παραμένει επικεντρωμένος στον αντίκτυπο της κρίσης στις εύθραυστες ισορροπίες που επικρατούν στην περιοχή. Ο κινέζικος Τύπος συμμερίζεται ορισμένες θέσεις της Μόσχας, τη στιγμή που ο γιαπωνέζικος Τύπος, λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπο του πολέμου στην Ασία, σκληραίνει τη στάση του απέναντι στη Μόσχα.

Ο δυτικός Τύπος για την πιθανή έκβαση του πολέμου

Στο άρθρο γνώμης με τίτλο «Κι αν ο Πούτιν δεν υπολόγισε λάθος;» που δημοσιεύτηκε στις 29 Μαρτίου 2022, στην αμερικανική εφημερίδα «New York Times», ο Bret Stephens αφήνει να εννοηθεί ότι οι εκτιμήσεις σχετικά με την αποτυχία των ρωσικών σχεδίων για την Ουκρανία είναι πρόωρες και ενδεχομένως λανθασμένες. «Ας υποθέσουμε για μια στιγμή ότι ο Πούτιν δεν σκόπευε ποτέ να κατακτήσει όλη την Ουκρανία, ότι, από την αρχή, οι πραγματικοί στόχοι του ήταν ο ενεργειακός πλούτος της ανατολικής Ουκρανίας, τα δεύτερα μεγαλύτερα γνωστά αποθέματα φυσικού αερίου της Ευρώπης (μετά τη Νορβηγία)», αναφέρει ο αρθρογράφος, ο οποίος προσθέτει: «Συνδυάστε (αυτά τα αποθέματα) με τα προηγούμενα εδαφικά κέρδη της Ρωσίας στην Κριμαία (η οποία έχει τεράστια υπεράκτια ενεργειακά πεδία) και τις ανατολικές επαρχίες του Λουχάνσκ και του Ντονέτσκ (που περιέχουν μέρος ενός τεράστιου κοιτάσματος σχιστολιθικού αερίου), καθώς και την προσπάθεια του Πούτιν να ελέγξει το μεγαλύτερο μέρος ή το σύνολο των ακτών της Ουκρανίας, και το σχήμα των φιλοδοξιών του Πούτιν γίνεται σαφές. Ενδιαφέρεται λιγότερο για την επανένωση του ρωσόφωνου κόσμου παρά για την εξασφάλιση της ενεργειακής κυριαρχίας της Ρωσίας».

Σχετικά με τα ρωσικά σχέδια για την Ουκρανία, ο Paul Véronique σε άρθρο με τίτλο «Συνομιλίες Ουκρανίας-Ρωσίας: Τι θα απογίνουν τα εδάφη που κατακτούν οι Ρώσοι;», το οποίο δημοσιεύτηκε στις 30 Μαρτίου στη γαλλική ενημερωτική ιστοσελίδα «L’Express», προβάλλει την εξής άποψη: «Μια διχοτόμηση της Ουκρανίας θα μπορούσε να οδηγήσει στη δημιουργία μιας φιλορωσικής ζώνης, το καθεστώς της οποίας μένει να καθοριστεί, στα ανατολικά και στα νότια της Ουκρανίας, επιτρέποντας στη Μόσχα να έχει έναν χερσαίο διάδρομο μεταξύ Ντονμπάς και Κριμαίας».

Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και η ανάλυση του Samuel Charap στο βρετανικό περιοδικό «Foreign Affairs», το οποίο δημοσιεύτηκε με τίτλο «Το επίπονο μεγάλο παιχνίδι στην Ουκρανία. Ο συμβιβασμός με τον Πούτιν μπορεί να είναι η καλύτερη επιλογή της Αμερικής» στις 30 Μαρτίου. Με το «motto» ότι η αντιπαράθεση στην Ουκρανία δεν πρόκειται να τεθεί υπό έλεγχο προτού ικανοποιηθούν βασικά αιτήματα της Μόσχας, ο αρθρογράφος τονίζει τα εξής: «Οι αρχικές απώλειες της Ρωσίας δεν σημαίνουν ότι θα χάσει αυτόν τον πόλεμο. Ο Πούτιν φαίνεται να έχει μετατοπιστεί από την επιδίωξη αλλαγής καθεστώτος σε μια στρατηγική επιβολής αντιτίμου.  Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ευρωπαίοι εταίροι τους θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το μοχλό πίεσης των κυρώσεων για να αναγκάσουν τη Ρωσία να αποσύρει τα μαξιμαλιστικά αιτήματά της, απαλλάσσοντας ορισμένες κυρώσεις υπέρ μιας ειρηνευτικής συμφωνίας που δεν υπερβαίνει τις κόκκινες γραμμές του Κιέβου. Αν και αυτό είναι ένα σκληρό χάπι που θα πρέπει να καταπιεί η Ουάσιγκτον η εναλλακτική λύση θα ήταν σίγουρα χειρότερη».

Την άποψη ότι τα ρωσικά σχέδια για τα ανατολικά σύνορα της Ευρώπης παραμένουν ως μια μεγάλη, ιστορική πρόκληση για τη Δύση συμμερίζεται και ο Daniel Finkelstien σε άρθρο με τίτλο «Το ζήτημα της άμυνας θα μας κάνει όλους καλούς Ευρωπαίους», το οποίο δημοσιεύτηκε στις 29 Μαρτίου στην αγγλική εφημερίδα «Times». Ο κ. Finkelstien, με το σκεπτικό ότι η Ευρώπη αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις ως προς τη συλλογική της άμυνα και δεν έχει άλλη επιλογή παρά να ενώσει τις δυνάμεις της, τονίζει τα εξής: «Η Ευρώπη δεν μπορεί να βασίζεται πλέον στην ηγεσία των ΗΠΑ (για την ασφάλεια της), όπως έπραττε στο παρελθόν. Το ΝΑΤΟ μπορεί ακόμα να προσφέρει ένα φόρουμ για μια δέσμευση (για συλλογική ασφάλεια), υπό την προϋπόθεση ότι η Βρετανία δεν θα προσεγγίζει πλέον τη συμμαχία αποκλειστικά ως συμμαχία που κυριαρχείται από την Αμερική. Πρέπει να χρησιμοποιήσουμε το ΝΑΤΟ για να οικοδομήσουμε κοινούς ευρωπαϊκούς αμυντικούς στόχους και πολιτικές».

Η γερμανική εφημερίδα «Frankfurter Allgemenie», σε άρθρο γνώμης του Bernd Freytag, με τίτλο «Τίποτα δεν συμβαίνει χωρίς αέριο» και ημερομηνία δημοσίευσης την 29η Μαρτίου, προσθέτει ότι τα ρωσικά σχέδια δεν θέτουν αποκλειστικά υπό αμφισβήτηση τη συλλογική ασφάλεια των Ευρωπαίων αλλά και την ενεργειακή ασφάλεια και συνεπώς την οικονομία της Ευρώπης. Ο αρθρογράφος τονίζει τα εξής: «Εάν το ρωσικό φυσικό αέριο εξαφανιζόταν τώρα, οι εταιρείες θα έπρεπε να ελέγξουν το εναπομένον απόθεμα τους και να το διανέμουν σε περιορισμένες ποσότητες. Στη χειρότερη περίπτωση, εάν απουσιάζει ρωσικό αέριο, τα λιπάσματα θα λιγόστευαν και λιγότερα τρόφιμα θα μπορούσαν να παραχθούν».

Ο Bernard Guetta σε άρθρο γνώμης με τίτλο «Ένα σχέδιο Μάρσαλ για τη Μόσχα», που δημοσιεύτηκε στις 28 Μαρτίου στην ιταλική εφημερίδα «La Republica», τονίζει ότι η άμυνα, η οικονομία και η ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης δεν είναι δυνατόν να εξασφαλιστούν μέσα από τη διαιώνιση της αντιπαράθεσης με τη Μόσχα. Για επιστροφή στην ομαλότητα απαραίτητες προϋποθέσεις είναι η ευθυγράμμιση της Μόσχας με τις βασικές αρχές των διεθνών σχέσεων και την επιστροφή στον άξονα της συνεργασίας Ευρώπης-Ρωσίας: «Συνεχίζοντας να βοηθά την Ουκρανία να αποκρούσει την επιθετικότητα του Πούτιν και να αρχίσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις μαζί της, η (Ευρωπαϊκή) Ένωση θα πρέπει τώρα να προβληματιστεί για τη μεταπολεμική περίοδο. Χωρίς καθυστέρηση, θα πρέπει να σκιαγραφήσει και να προτείνει ένα σχέδιο για την αναζωογόνηση της ρωσικής οικονομίας, ένα νέο σχέδιο Marshall, το οποίο θα χρηματοδοτείται από πρώτες ύλες και θα αναπτύσσεται με το ρυθμό της προόδου των πολιτικών διαπραγματεύσεων, διότι, με τη Ρωσία, δεν πρέπει απλώς να υπογράψουμε μια ειρήνη. Πρέπει να την καταστήσουμε εταίρο στην οποία θα επαναλαμβάνουμε σε κάθε βήμα ότι η ευρωπαϊκή ήπειρος είναι ένας πόλος πλούτου και αρμονίας, ο οποίος θα μπορούσε να ακτινοβολεί σε ολόκληρη τη Μεσόγειο».

«Ελπίδες για αποκλιμάκωση»

Σε δημοσίευμα με τίτλο «Αν θέλετε ειρήνη, ετοιμαστείτε για την Κωνσταντινούπολη», το οποίο δημοσιεύτηκε στις 29 Μαρτίου, με αναφορά στις νέες διαπραγματεύσεις Ρωσίας-Ουκρανίας που πραγματοποιήθηκαν στις αρχές της εβδομάδας στην Κωνσταντινούπολη, η ρωσική εφημερίδα «Kommersant» προϊδεάζει τον αναγνώστη για τον πιθανό τερματισμό των εχθροπραξιών με αντικριστές παραχωρήσεις, ένα σενάριο που κεντρίζει το ενδιαφέρον και του δυτικού Τύπου.

«Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, οι οποίο διεξήχθησαν την Τρίτη στην Κωνσταντινούπολη, έδωσαν ελπίδες για αποκλιμάκωση της κρίσης. Η ρωσική πλευρά εξέφρασε την ετοιμότητά της να μειώσει τη στρατιωτική δραστηριότητα. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τον επικεφαλής της ρωσικής αντιπροσωπείας, Βλαντιμίρ Μεντίνσκι, το Κίεβο έκανε ένα ‘εποικοδομητικό βήμα’ προς την επίτευξη συμβιβασμού, παρουσιάζοντας γραπτώς έναν κατάλογο των προτάσεών του. Μεταξύ αυτών είναι η διακήρυξη της Ουκρανίας ως ‘ουδέτερο κράτος υπό καθεστώς διεθνών νομικών εγγυήσεων’, καθώς επίσης, οι διμερείς διαπραγματεύσεις για το καθεστώς της Κριμαίας», αναφέρει το ρωσικό δημοσιεύματα.

Στην συνέχεια του ρωσικού δημοσιεύματος τονίζονται τα εξής: «Πριν από ένα μήνα είχε τεθεί υπό αμφισβήτηση η ύπαρξη του ουκρανικού κράτους. Το γεγονός ότι αυτό δεν αποτελεί πλέον ζήτημα είναι μια τεράστια αλλαγή. Η Ουκρανία έχει διατηρήσει την κυριαρχία και το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειάς της. Αυτό μπορεί να θεωρηθεί νίκη για το Κίεβο’.

Το ενδεχόμενο του συμβιβασμού βρίσκεται στο επίκεντρο της ανάλυσης της ουκρανικής ενημερωτικής ιστοσελίδας, «The Kyiev Independent». Σε άρθρο με τίτλο «Η Ουκρανία επιδιώκει εγγυήσεις ασφαλείας ισχυρότερες από αυτές του ΝΑΤΟ», στις 29 Μαρτίου, ο Oleg Sukhov εστιάζει στις διαπραγματεύσεις στην Κωνσταντινούπολη και επισημαίνει τα εξής: «Στο πλαίσιο των εγγυήσεων που πρότεινε η Ουκρανία στις 29 Μαρτίου, οι εγγυήτριες χώρες πρέπει να διαβουλεύονται μεταξύ τους εντός τριών ημερών από την έναρξη της στρατιωτικής επίθεσης ή του υβριδικού πολέμου. Μετά από διαβουλεύσεις, οι χώρες αυτές πρέπει να παρέχουν βοήθεια στην Ουκρανία στέλνοντας στρατεύματα, προμηθεύοντας όπλα και προστατεύοντας τον εναέριο χώρο της Ουκρανίας. Αυτές οι εγγυήτριες χώρες μπορεί να είναι οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Κίνα, η Ρωσία, η Γαλλία, η Τουρκία, η Γερμανία, ο Καναδάς, η Ιταλία, η Πολωνία και το Ισραήλ. Άλλες χώρες θα είναι επίσης σε θέση να ενταχθούν στην λίστα. Οι εγγυήσεις αυτές θα πρέπει επίσης να βοηθήσουν την Ουκρανία να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ουκρανική κυβέρνηση θα υπογράψει συμφωνία για τις εγγυήσεις ασφαλείας μόνο εάν επικυρωθεί με πανεθνικό δημοψήφισμα. Το δημοψήφισμα μπορεί να διεξαχθεί μόνο μετά την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από τη χώρα. Η Ουκρανία έχει επίσης, προτείνει τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων με τη Ρωσία σχετικά με το καθεστώς της Κριμαίας. Το καθεστώς των κατεχόμενων από τη Ρωσία εδαφών στο Λουχάνσκ και το Ντονέτσκ προτείνεται να καθοριστεί κατά τη διάρκεια άμεσων διαπραγματεύσεων μεταξύ των Ζελένσκι και Πούτιν».

Διαφορετικές προσεγγίσεις σε Ασία, ” το ΝΑΤΟ έγινε όπλο του Πενταγώνου”

Ο Τύπος της Ασίας εξακολουθεί να προσεγγίζει τον πόλεμο στην Ουκρανία από τη σκοπιά των ιδιαίτερων συμφερόντων και διακυβευμάτων των χωρών της περιοχής. Ο κινεζικός Τύπος συμφωνεί με τις βασικές θέσεις και αξιώσεις της ρωσικής διπλωματίας, την ώρα που μέσα ενημέρωσης από χώρες που διατηρούν πολυδιάστατη συνεργασία με τη Δύση, όπως λ.χ. την Ιαπωνία, σκληραίνουν την γραμμή τους απέναντι στην Μόσχα.

«Ο Οργανισμός Βορειοατλαντικού Συμφώνου υπό την ηγεσία των ΗΠΑ παρουσιαζόταν προηγουμένως ως συμμαχία αυτοάμυνας. Δημιουργήθηκε πριν από περίπου επτά δεκαετίες με ρητό σκοπό την υπεράσπιση της Δύσης από τη Σοβιετική Ένωση. Μετά τη διάλυση του αντιπάλου του το 1991, το ΝΑΤΟ συνέχισε να υπάρχει, αλλά με αισθητά πιο επιθετικό τρόπο. Το μπλοκ βομβάρδισε την πρώην Γιουγκοσλαβία το 1999, κατέστρεψε εντελώς τη Λιβύη το 2011 και σήμερα συνεχίζει να διεξάγει υβριδικό πόλεμο στη Συρία» ανέφερε η κινέζικη εφημερίδα «China Daily» σε άρθρο του Andrew Korybko που φιλοξένησε στις 30 Μαρτίου.

Στην συνέχεια του δημοσιεύματος τονίζονται τα εξής: «Μακριά από την υποτιθέμενη συμμαχία αυτοάμυνας που ήταν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, το ΝΑΤΟ μετατράπηκε γρήγορα σε συμμαχία για τον αυτο-εμπλουτισμό των αμερικανικών ελίτ και τα νεο-ιμπεριαλιστικά σχέδια του Πενταγώνου μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ στον Παγκόσμιο Νότο. Θα έπρεπε να είχε διαλυθεί ή τουλάχιστον να ενσωματώσει τη Ρωσία ως ισότιμο μέλος. Αντίθετα, το ΝΑΤΟ μετατράπηκε σε όπλο του Πενταγώνου που χειρίστηκε εναντίον των αντιπάλων του. Αυτή η διορατικότητα είναι ζωτικής σημασίας. Οι άνθρωποι δεν πρέπει να παραπλανηθούν από την εκστρατεία ενημερωτικού πολέμου των ΗΠΑ για να σκεφτούν ότι η ουκρανική κρίση είναι καθαρά λάθος της Ρωσίας. Το Κρεμλίνο έχει νόμιμους λόγους να θεωρεί το ΝΑΤΟ υπαρξιακή απειλή».

Η αγγλόφωνη γιαπωνέζικη εφημερίδα «The Japan Today», απορρίπτοντας την παραπάνω θέση, σε κύριο άρθρο με τίτλο «Ώρα για την Ιαπωνία να ασπαστεί το ρεαλισμό στις σχέσεις με τη Ρωσία», που ήταν δημοσιευμένο στις 30 Μαρτίου, αναφέρει ότι «πρέπει να υπάρχουν όρια στην ανοχή της Ιαπωνίας απέναντι στη κακή συμπεριφορά της Ρωσίας. Η εισβολή σε μια κυρίαρχη χώρα είναι πολύ πέρα αυτών των ορίων». Στην συνέχεια του άρθρου επισημαίνονται τα εξής: «Έχει αναφερθεί ότι η νέα Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας (της Ιαπωνίας), η οποία βρίσκεται υπό αναθεώρηση, θα χαρακτηρίσει τη Ρωσία ‘πρόκληση ασφαλείας σε αντίθεση με τον ‘εταίρο’ που συμπεριλήφθηκε στην τελευταία έκδοση. Η ιαπωνική κυβέρνηση πρέπει να δείξει στη Ρωσία ότι η εισβολή στην Ουκρανία είναι απαράδεκτη».

Πηγή:ΚΥΠΕ