Home ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΙΕΘΝΗ Διχάζει τη διεθνή κοινότητα ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία , γράφει ο διεθνής Τύπος

Διχάζει τη διεθνή κοινότητα ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία , γράφει ο διεθνής Τύπος

0
Διχάζει τη διεθνή κοινότητα ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία , γράφει ο διεθνής Τύπος

Το γεγονός ότι ένα σημαντικό κομμάτι της διεθνούς κοινότητας δεν ευθυγραμμίζεται με τη ρητορική της Δύσης για τον πόλεμο της Ουκρανίας, προβληματίζει τους δυτικούς αναλυτές. Χώρες όπως η Βραζιλία, η Ινδία, η Ινδονησία και η Νότια Αφρική εκφράζουν εκνευρισμό «για τα διπλά πρότυπα της Δύσης και απογοήτευση για τις καθυστερημένες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες στο διεθνές σύστημα», τονίζουν οι αναλυτές.

Την προηγούμενη εβδομάδα, την ώρα που ο δυτικός Τύπος εστίαζε στα προβλήματα που παρατηρούνται στο «μέτωπο» της Ουκρανίας, ο κινεζικός Τύπος επανέλαβε ότι το ζήτημα της Ταϊβάν αποτελεί κόκκινη γραμμή για την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Ο δε, ρωσικός Τύπος εξέφρασε ανησυχία για το μέλλον του πυρηνικού σταθμού που ελέγχουν οι ρωσικές δυνάμεις στο ανατολικό κομμάτι της Ρωσίας.

«Εκτός της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής, η υπεράσπιση της Ουκρανίας δεν βρίσκεται στο προσκήνιο»

Ο David Miliband σε άρθρο γνώμης που δημοσιεύτηκε στις 18 Απριλίου 2023 στο αμερικανικό περιοδικό με τίτλο «Ο κόσμος πέρα από την Ουκρανία» έγραψε τα εξής: «Ο πόλεμος (στην Ουκρανία) έχει σίγουρα ενώσει τη Δύση, αλλά έχει αφήσει τον κόσμο διχασμένο. Και αυτό το χάσμα θα διευρυνθεί μόνο εάν οι δυτικές χώρες δεν καταφέρουν να αντιμετωπίσουν τις αιτίες του. Η παραδοσιακή διατλαντική συμμαχία των ευρωπαϊκών και βορειοαμερικανικών χωρών έχει κινητοποιηθεί με πρωτοφανή τρόπο απέναντι σε μια παρατεταμένη σύγκρουση στην Ουκρανία. Αλλά εκτός της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής, η υπεράσπιση της Ουκρανίας δεν βρίσκεται στο προσκήνιο. Το χάσμα μεταξύ της Δύσης και των υπολοίπων υπερβαίνει τα σωστά και τα λάθη του πολέμου. Αντίθετα, είναι το προϊόν βαθιάς απογοήτευσης για την κακή διαχείριση της παγκοσμιοποίησης, υπό δυτική ηγεσία, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου». Ο αρθρογράφος αναφέρει επίσης ότι: «Οι χώρες αυτές δεν αποτελούν κάποιο είδους άξονα απολυταρχίας- περιλαμβάνουν αρκετές αξιόλογες δημοκρατίες, όπως η Βραζιλία, η Ινδία, η Ινδονησία και η Νότια Αφρική. Μεγάλο μέρος της αμφιταλαντευόμενης στάσης δεν οφείλεται σε διαφωνίες σχετικά με τη σύγκρουση στην Ουκρανία, αλλά αντίθετα είναι σύμπτωμα ενός ευρύτερου συνδρόμου: θυμός για τα αντιληπτά διπλά πρότυπα της Δύσης και απογοήτευση για τις καθυστερημένες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες στο διεθνές σύστημα».

Ο William Hague σε άρθρο γνώμης με τίτλο «Οι δικτάτορες κερδίζουν το πάνω χέρι στην κατασκοπεία», το οποίο δημοσιεύτηκε στις 17 Απριλίου στη βρετανική εφημερίδα The Times έγραφε ότι «Η νέα τεχνολογία αλλάζει την κατασκοπεία με μεγάλη ταχύτητα, και κατά κάποιο τρόπο προς όφελος των δικτατοριών. (Πλέον) έχουμε να αντιμετωπίσουμε αντίπαλα αυταρχικά συστήματα που δεν λαμβάνουν καθόλου υπόψη τους την ιδιωτική ζωή ή τις πολιτικές ελευθερίες. Η παραπληροφόρηση (εξαπλώνεται) για να σπείρει τη διχόνοια στις ελεύθερες κοινωνίες. Η τελευταία από τις διαρροές δείχνει τους Ρώσους να ισχυρίζονται ότι είναι πολύ πιο επιτυχημένοι από ό,τι πιστεύαμε στη χειραγώγηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των καταχωρήσεων στις μηχανές αναζήτησης με σκοπό την ενίσχυση των ψεμάτα σχετικά με τον στρατό της Ουκρανίας ή τις υποτιθέμενες παρενέργειες των εμβολίων. Στο σύνολό τους, οι διαρροές που σχετίζονται με τον πόλεμο στην Ουκρανία δείχνουν ότι αυξάνεται ο κίνδυνος να είναι τελικά ο πόλεμος πολύ μακρύς». Ο κ. Hague καταλήγει στο εξής συμπέρασμα: «Το 2013, οι δημοκρατίες ήταν κυρίαρχες και οι διαρροές του Snowden είχαν ως στόχο να δείξουν ότι αυτές καταχράστηκαν την κυριαρχία τους. Στον σημερινό κόσμο του 2023, οι δημοκρατίες απειλούνται πολύ περισσότερο από την παραπληροφόρηση, την επιθετικότητα και την τεχνολογία που στρέφεται εναντίον τους. Οι διαρροές του Πενταγώνου φωτίζουν έναν διαφορετικό κόσμο στον οποίο πρέπει να ενισχύσουμε την ικανότητά μας να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας».

Η αγγλόφωνη υπηρεσία της γερμανικής «DW» στις 18 Απριλίου δημοσίευσε το ρεπορτάζ με τίτλο «Η Βραζιλία καλωσορίζει τον Ρώσο Λαβρόφ εν μέσω αμερικανικών επικρίσεων», στο οποίο ξεχώρισαν τα εξής: «Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, επισκέφθηκε τη Δευτέρα τη Βραζιλία και εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του προς τη νοτιοαμερικανική χώρα για τις προσπάθειές της να μεσολαβήσει στη σύγκρουση στην Ουκρανία. Όσον αφορά την εισβολή στην Ουκρανία η Βραζιλία θεωρεί ότι οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας προκαλούν αρνητικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία. Η Βραζιλία δεν συμμετέχει μαζί με τις χώρες της Δύσης στην επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία για τον πόλεμό της και έχει αρνηθεί αιτήματα για την προμήθεια πυρομαχικών στην Ουκρανία. Το Σάββατο, ο Πρόεδρος Λούλα συναντήθηκε με τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ στο Πεκίνο, όπου δήλωσε ότι “οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να σταματήσουν να ενθαρρύνουν τον πόλεμο και να αρχίσουν να μιλούν για ειρήνη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αρχίσει να μιλάει για ειρήνη”. Νωρίτερα αυτό το μήνα, πρότεινε επίσης ότι η Ουκρανία θα μπορούσε να παραδώσει την Κριμαία για να τερματιστεί ο πόλεμος. Η στάση της Βραζιλίας σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία και οι ισχυρισμοί της κατά της Δύσης προκάλεσαν έντονες επικρίσεις από τις ΗΠΑ, οι οποίες χαρακτήρισαν αυτές τις απόψεις ως “βαθιά προβληματικές”».

«Ο αρχαίος ρόλος της Πολωνίας στο νέο μέλλον της Ευρώπης» είναι ο τίτλος του άρθρου γνώμης του Giulio Tremonti που ήταν δημοσιευμένο στις 20 Απριλίου στην ιστοσελίδα της ιταλικής εφημερίδας «Corriere dela Sera». Ο κ. Tremonti υποστηρίζει τα εξής: «Η ομιλία του Πολωνού Πρωθυπουργού στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης αναπτύσσεται σε δύο μέρη. Το πρώτο είναι υπέρ της παράδοσης, ως εναλλακτική λύση στις προηγούμενες δεκαετίες της “τεχνοκρατικής ουτοπίας”. Το δεύτερο στοχεύει στην υπόθεση ότι μια κοινή ευρωπαϊκή άμυνα και μαζί της μια ευρωπαϊκή πολιτική θα πρέπει να αναπτυχθεί παράλληλα με το ΝΑΤΟ. Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν είναι απλώς ένας πόλεμος, είναι μια καμπή στην ιστορία της Ευρώπης. Η Ευρώπη πρέπει να αναζητήσει το δικό της νέο και διαφορετικό πεπρωμένο. Και όσοι φοβόντουσαν ότι σε αυτό το σενάριο η Πολωνία θα έμενε αιχμάλωτη του τραγικού και οδυνηρού παρελθόντος της διαψεύδονται σήμερα. Πράγματι, η ομιλία της Χαϊδελβέργης είναι μια εξαιρετική ομιλία, ταυτόχρονα εθνική και ευρωπαϊκή, μια ομιλία που δεν κλείνει τυχαία με τη φράση “Η Ευρώπη ξανά μεγάλη!”. Και επιπλέον, δεν είναι τυχαίο, αλλά pour cause, ότι ένας μεγάλος λόγος για την Ευρώπη σήμερα προέρχεται από την Πολωνία, έναν τόπο που ήταν συμβολικός και ηρωικός κατά τον19ο αιώνα».

Ο ασιατικός Τύπος

Σε ανάλυση με τίτλο «Το δολάριο παραμένει το νόμισμα του βασιλείου – και όχι μόνο» που δημοσιεύτηκε στις 18 Απριλίου στην αγγλόφωνη γιαπωνέζικη εφημερίδα «The Japan Times», ο BradGlosserman αναφέρει τα εξής: «Ενώ η Ουάσιγκτον έχει από καιρό περιορίσει τη χρήση του οικονομικού μαστιγίου εναντίον χωρών όπως το Ιράν, η Βόρεια Κορέα και η Κούβα, η επιτυχία της δυτικής εκστρατείας κυρώσεων κατά της Ρωσίας μετά την εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία αφύπνισε άλλες κυβερνήσεις στην πιθανότητα ότι μπορεί να νιώσουν και αυτές το μαστίγιο. Ακόμα και κυβερνήσεις που είναι ασφαλείς στη σχέση τους με την Ουάσιγκτον συχνά απογοητεύονται από τις αποφάσεις και την (αν)δράση των ΗΠΑ που πλήττουν τις οικονομίες τους. Η αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων έχει επιταχυνθεί καθώς διευρύνεται ο ρόλος της Κίνας στη διεθνή οικονομία. Καθώς το εμπόριο με την Κίνα αυξάνεται, είναι λογικό να τιμολογούνται οι συναλλαγές αυτές σε κινεζικά γιουάν αντί για δολάρια. Αυτό έχει ακόμη περισσότερο νόημα όταν η Κίνα δανείζει χρήματα για τη χρηματοδότηση του εμπορίου». «(Παρά τη χρήση του κινεζικού νομίσματος) μόνο το αμερικανικό δολάριο έχει, παρά τα ελαττώματά του, την υποστήριξη και την εμπιστοσύνη των (περισσότερων) κυβερνήσεων και επιχειρήσεων», τονίζει επίσης ο αρθρογράφος.

«Η συμμαχία Κορέας-ΗΠΑ στα 70 της χρόνια. Προς τα που οδεύει;» είναι ο τίτλος της παρέμβασης του Ahn Ho-young που δημοσιεύτηκε στην αγγλόφωνη κορεατική εφημερίδα «The Korea Times» στις 18 Απριλίου. Στο άρθρο ξεχώρισαν τα εξής: «(Τα τελευταία χρόνια) το δόγμα της φιλελεύθερης δημοκρατίας, που διέπει τη διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες, αμφισβητείται σε διάφορες γωνιές του κόσμου. Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι αυτό που παρατηρούμε στις ΗΠΑ και σε άλλες χώρες όπου γεννήθηκαν και καλλιεργήθηκαν οι αξίες και οι θεσμοί της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Παρατηρούμε αυξανόμενες προκλήσεις για τη δημοκρατία με την ευρεία εξάπλωση του κοινωνικού και φυλετικού φανατισμού και του δεξιού εθνικισμού. (Παράλληλα) η συμμαχία (ΗΠΑ-Κορέας) βρίσκεται τώρα αντιμέτωπη με δύο σαφείς και επείγουσες προκλήσεις. Η μία από αυτές είναι η αχαλίνωτη ανάπτυξη στρατηγικών και τακτικών πυρηνικών όπλων από τη Βόρεια Κορέα. Μια άλλη πρόκληση για τη συμμαχία είναι ο τρόπος με τον οποίο οι ΗΠΑ σκοπεύουν να εφαρμόσουν τους αμερικανικούς νόμους που έχουν νομοθετηθεί για την επανατοποθέτηση κρίσιμων βιομηχανιών πίσω στις ΗΠΑ. Ορισμένοι από αυτούς τους τρόπους υπονομεύουν τα κρίσιμα συμφέροντα σημαντικών βιομηχανιών στην Κορέα και σε άλλους συμμάχους των ΗΠΑ. Είμαι βέβαιος ότι οι Πρόεδροι Yoon και Biden θα αντιμετωπίσουν επαρκώς και αυτές τις δύο επείγουσες προκλήσεις όταν συναντηθούν στην Ουάσιγκτον».

Η αγγλική υπηρεσία του κινεζικού πρακτορείου ειδήσεων «Xinhua» στις 17 Απριλίου δημοσίευσε το ρεπορτάζ με τίτλο «Η Κίνα καλεί την G7 να υποστηρίξει απερίφραστα την αρχή της μίας Κίνας». Στο δημοσίευμα αναφέρθηκαν τα εξής: «Ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, Wang Wenbin, επανέλαβε τη Δευτέρα ότι το ζήτημα της Ταϊβάν είναι εσωτερική υπόθεση της Κίνας, προτρέποντας τις χώρες της G7 να υποστηρίξουν απερίφραστα την αρχή της μίας Κίνας. Ο Wang τόνισε ότι η Ταϊβάν είναι αναφαίρετο τμήμα της κινεζικής επικράτειας και η κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας είναι η μόνη νόμιμη κυβέρνηση που εκπροσωπεί ολόκληρη την Κίνα. Σημειώνοντας ότι η επιστροφή της Ταϊβάν στην Κίνα είναι ένα σημαντικό στοιχείο της μεταπολεμικής διεθνούς τάξης, ο Wang είπε ότι η διατήρηση της αρχής της μίας Κίνας συνεπάγεται με την υπεράσπιση της μεταπολεμικής διεθνούς τάξης. Η αποσχιστική ατζέντα που προωθείται πάση θυσία από στοιχεία της Ταϊβάν με την υποστήριξη και τη σύμπραξη ξένων παραγόντων πυροδοτεί εντάσεις. Ο Wang δήλωσε ότι για να διατηρηθεί η σταθερότητα και να διασφαλιστεί η ειρήνη και η ηρεμία στην περιοχή, πρέπει να υποστηριχθεί απερίφραστα η αρχή της μίας Κίνας και να αναχαιτιστούν οι αυτονομιστικές δραστηριότητες της “ανεξαρτησίας της Ταϊβάν”».

Ο ρωσικός και ουκρανικός Τύπος

Σε άρθρο γνώμης που δημοσιεύτηκε στις 20 Απριλίου στο ρωσικό πρακτορείο «Ria» υπό τον τίτλο «Τα κράτη έδωσαν στη Ρωσία πυρηνικό τελεσίγραφο», ο Sergei Savcuk αναφέρει τα εξής: «Το CNN επικαλούμενο πηγές του αναφέρει ότι στις 17 Μαρτίου η κυβέρνηση των ΗΠΑ έστειλε τελεσίγραφο στη Ρωσία. Η Andrea Ferkile, διευθύντρια του Τμήματος Πολιτικής Μη Διάδοσης του Υπουργείου Ενέργειας, φέρεται να ενημέρωσε τη Ρωσία, εκπροσωπούμενη από τον γενικό διευθυντή της Rosatom, ότι ο πυρηνικός σταθμός ηλεκτροπαραγωγής Zaporizhzhya περιέχει πυρηνικές τεχνολογίες η εξαγωγή των οποίων ελέγχεται από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Όπως εύκολα μπορεί κανείς να μαντέψει από το προοίμιο, η Ουάσιγκτον θεωρεί ότι ο μη κατονομαζόμενος εξοπλισμός και το λογισμικό υπόκεινται σε ελέγχους εξαγωγών και απαιτεί από τη Ρωσία να μην τα αγγίξει σε καμία περίπτωση, καθώς αυτό είναι επιζήμιο για τα εθνικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Με την επιστολή τους οι Αμερικανοί είτε θέλουν να προκαλέσουν ένα δεύτερο Τσέρνομπιλ, είτε ελπίζουν να τρομάξουν τη Μόσχα. Προς απογοήτευση της Ουάσιγκτον, η τελευταία εμπειρία με το αμερικανικό μη επανδρωμένο αεροσκάφος Reaper στη Μαύρη Θάλασσα δείχνει ότι η Ρωσία διατηρεί την ψυχραιμία της».

Η αγγλόφωνη ουκρανική ενημερωτική πύλη «Kyiv Independent» στις 19 Απριλίου δημοσίευσε την είδηση με τίτλο «Υπουργείο Άμυνας λέει ότι “σύνθετα μέτρα” αντεπίθεσης “βρίσκονται σε εξέλιξη” στα ανατολικά», στην οποία ξεχώρισαν τα εξής: «Η αναπληρώτρια υπουργός Άμυνας, Hanna Maliar, δήλωσε ότι τα “σύνθετα μέτρα” της σχεδιαζόμενης αντεπίθεσης της Ουκρανίας “βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη” στα ανατολικά της χώρας. Η προγραμματισμένη αντεπίθεση “περιλαμβάνει ένα ευρύ και πολύπλοκο σύνολο ενεργειών και μέτρων”, δήλωσε η Maliar στη δημόσια τηλεόραση στις 19 Απριλίου. Δεν διευκρίνισε ημερομηνίες, δράσεις ή τοποθεσίες αυτών των μέτρων, αλλά δήλωσε ότι “το σχέδιο επιλέχθηκε τελικά με τέτοιο τρόπο ώστε ο εχθρός να μην μπορεί να αντιδράσει”. Νωρίτερα, στις 12 Απριλίου, η Washington Post ανέφερε ότι η επικείμενη αντεπίθεση της Ουκρανίας είχε καθυστερήσει λόγω των καιρικών συνθηκών, των αργών παραδόσεων εξοπλισμού και της ανεπαρκούς ποσότητας πυρομαχικών. Οι πρόσφατες διαρροές εγγράφων των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών εμβαθύνουν σε λεπτομέρειες σχετικά με τις δυνατότητες του στρατού της Ουκρανίας και τις υποτιθέμενες αδυναμίες της αεράμυνας, οι οποίες θα μπορούσαν να κάνουν τους Ουκρανούς να αλλάξουν τις στρατηγικές αντεπίθεσης. Η πολυαναμενόμενη αντεπίθεση θεωρείται κρίσιμο σημείο για την απελευθέρωση των κατεχόμενων από τη Ρωσία εδαφών και η αποτυχία της θα μπορούσε να ωθήσει το Κίεβο να διαπραγματευτεί με τη Μόσχα.

Πηγή:ΚΥΠΕ