Η πρόσφατη έξαρση των κρουσμάτων του Covid 19 οφείλεται σε συνδυασμό λόγων και είναι δύσκολο να εκτιμηθεί η διάρκεια και η έκτασή της, δηλώνει στο ΚΥΠΕ ο επικεφαλής της συμβουλευτικής επιστημονικής επιτροπής, Κωνσταντίνος Τσιούτης.
Απαντώντας σε ερωτήσεις του ΚΥΠΕ ο κ. Τσιούτης είπε ότι η έξαρση των περιστατικών οφείλεται μεταξύ άλλων, στις μεγάλες χαλαρώσεις που επιφέρουν αυξημένο αριθμό επαφών, τον εφησυχασμό και την εντύπωση που είχε δημιουργηθεί ότι το πρόβλημα της πανδημίας λύθηκε, την κόπωση μετά από 1,5 χρόνο και 3 lockdown, στελέχη που είναι πιο μεταδοτικά (όπως το Άλφα όσο και το Δέλτα που γνωρίζουμε ότι βρίσκεται στην κοινωνία μας από το Μάιο), την σταθεροποίηση του εμβολιαστικού ρυθμού και την χαμηλότερη εμβολιαστική κάλυψη των κοινωνικά πιο δραστήριων ηλικιακών ομάδων.
Δύσκολο να εκτιμηθεί η διάρκεια της έξαρσης
Ο κ. Τσιούτης είπε ότι είναι δύσκολο να εκτιμηθεί η διάρκεια και έκταση της έξαρσης. «Αυτό που μπορούμε όμως να κάνουμε είναι να διαμορφώσουμε εμείς οι ίδιοι την πορεία και τη μορφή της, μέσα από τα όπλα και την εμπειρία που έχει συσσωρευθεί».
Για παράδειγμα, ανέφερε, γνωρίζουμε ότι τα μέτρα ατομικής προστασίας και η αποστασιοποίηση μειώνουν την πιθανότητα να κολλήσουμε. Γνωρίζουμε επίσης, συνέχισε, ότι τα υγειονομικά πρωτόκολλα μειώνουν την πιθανότητα μετάδοσης σε κοινόχρηστους χώρους και ότι οι εμβολιασμοί μειώνουν την πιθανότητα να κολλήσουμε, να μεταδώσουμε, να κάνουμε σοβαρά συμπτώματα και να πεθάνουμε.
«Άρα από εμάς τους ίδιους εξαρτάται πώς θα τα χρησιμοποιήσουμε, πόσο καλά θα τα εφαρμόσουμε και πόσο θα συνεχίσουμε να επενδύουμε σ’αυτά, ώστε η καθημερινότητά μας να παραμείνει λειτουργική και ασφαλής και να μη χρειαστεί να ανησυχούμε για εξάρσεις και κύματα όπως αυτά που ζήσαμε το προηγούμενο διάστημα».
«Να αναλύσουμε τα δεδομένα»
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση ο Κωνσταντίνος Τσιύτης είπε ότι η απόφαση για μέτρα/περιορισμούς ή χαλαρώσεις έχει να κάνει με την επιδημιολογική κατάσταση, την εξέλιξη των επιδημιολογικών δεικτών, την τοπική κουλτούρα και τους στόχους της στρατηγικής διαχείρισης της πανδημίας.
«Για να εισηγηθούμε νέα μέτρα στην Κύπρο, θα πρέπει να δούμε πώς εξελίσσεται η κατάσταση αλλά και να αναλύσουμε λεπτομερώς τα δεδομένα μας» είπε. Βρισκόμαστε σε μία φάση της πανδημίας που είναι πολύ διαφορετική από το προηγούμενο διάστημα, πρόσθεσε, και ως εκ τούτου, «πρέπει να έχουμε όλα τα στοιχεία που μπορούμε στη διάθεσή μας και να δούμε το θέμα ολοκληρωμένα, ψύχραιμα και ώριμα, κρατώντας ως γνώμονα το στόχο που έχουμε από την αρχή της πανδημίας, που είναι η προστασία της υγείας των συνανθρώπων μας με τον πιο αποτελεσματικό και λιγότερο παρεμβατικό τρόπο».
Σε παρατήρηση ότι οι παραθεριστές κυκλοφορούν χωρίς μάσκες, ο κ. Τσιούυτης είπε ότι γνωρίζουμε πως σε εξωτερικούς χώρους η πιθανότητα μετάδοσης είναι εξαιρετικά χαμηλή κι ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να έχουμε επικριτικό τόνο όταν βλέπουμε κόσμο σε τέτοιους χώρους χωρίς μάσκες. «Φυσικά, θα πρέπει πάντα να αποφεύγουμε το συνωστισμό και οι υπεύθυνοι χώρων κοινωνικής δραστηριότητας να προστατεύουν τους πελάτες τους και τους ίδιους, μειώνοντας τις συνθήκες συνωστισμού και φροντίζοντας για την εφαρμογή των μέτρων αποστασιοποίησης» συμπλήρωσε.
Ερωτηθείς εάν θα πρέπει να ληφθούν στοχευμένα μέτρα για τον τουρισμό, απάντησε ότι πρέπει να αντιληφθούμε ότι η εγχώρια μετάδοση (εντός της χώρας και της κοινωνίας) ευθύνεται για τη συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών που καταγράφουμε και ως εκ τούτου, το ζήτημα δεν είναι μόνο εάν θα διασφαλίζουμε ότι θα είμαστε εμείς ασφαλείς σε σχέση με τους αφιχθέντες στη χώρα μας, αλλά και το αντίστροφο: ότι θα διατηρούμε ασφαλή τη χώρα μας τόσο για όσους την επισκέπτονται όσο και για εμάς τους ίδιους. «Αυτό θα είναι εφικτό μόνο αν και εμείς τηρούμε τα μέτρα που προστατεύουν εμάς τους ίδιους και κατ’ επέκταση τους γύρω μας» είπε.
Εμβολιαστικό πρόγραμμα και επικοινωνιακή στρατηγική
Σε ερώτηση για το εμβολιαστικό πρόγραμμα, ο επικεφαλής της συμβουλευτικής ομάδας είπε ότι γνωρίζαμε πως ο εμβολιαστικός ρυθμός θα μειωνόταν όταν φτάναμε περίπου στο 60% της εμβολιαστικής κάλυψης, όπως συνέβη και σε πολλές άλλες χώρες.
Οι σημαντικότεροι λόγοι που κάποιος έχει ενδοιασμούς για να εμβολιαστεί είναι η ασφάλειά του και η εμπιστοσύνη σε αυτά που ακούει και διαβάζει, επεσήμανε. «Ως εκ τούτου, είναι ευθύνη τόσο των αρχών όσο και εμάς των ίδιων, να αναθεωρήσουμε την επικοινωνιακή μας στρατηγική, ώστε να αφουγκραστούμε τις ανησυχίες που υπάρχουν, να τις απαντήσουμε με ειλικρινή και διαφανή τρόπο, για να λυθούν οι απορίες και να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στον εμβολιασμό» είπε.
Αυτό φυσικά σημαίνει ότι πρέπει να γνωρίζεις σε ποιον/ποια απευθύνεται, τι σκέφτονται, ποιες είναι οι σκέψεις και οι ανησυχίες τους και πώς μπορείς να τους προσεγγίσεις, σημείωσε ο κ. Τσιούτης. Δεν είναι εύκολο ή απλό εγχείρημα αλλά είναι μία υποχρέωση προς τους συμπολίτες μας, κατέληξε.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ