X

FinancialNews App

Nine Bridge Media Ltd

GET - on the App Store

HomeΕΙΔΗΣΕΙΣΟδοιπορικό του ΚΥΠΕ στην Αντιόχεια που χάθηκε...

Οδοιπορικό του ΚΥΠΕ στην Αντιόχεια που χάθηκε…

Αποχαιρέτα την Αντιόχεια που χάνεις.

Τίποτα δεν θα μπορούσε καλύτερα να περιγράψει τα αισθήματα που δημιουργεί στους επιζήσαντες, αλλά και σε όσους γνώρισαν την πόλη, η εικόνα της Αντιόχειας μετά τον φονικό σεισμό, παρά με την παράφραση του στίχου του Κωσταντίνου Καβάφη «κι αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις».

Ο τελευταίος σεισμός των 6,4 ρίχτερ τη Δευτέρα, έδωσε ακόμα ένα κτύπημα. Η Αντιόχεια, μια από τις πιο όμορφες πόλεις της Τουρκίας, πολυπολιτισμική, πόλη όλων των θρησκειών, υπόδειγμα θρησκευτικής συνύπαρξης, σταυροδρόμι πολιτισμών και θρησκειών. Ορθόδοξοι, καθολικοί, ισλαμιστές, Εβραίοι, όλοι σε μια πόλη που ισοπεδώθηκε. Ακόμη και τα κτίρια που έμειναν όρθια θα πρέπει να γκρεμιστούν και να κτιστούν καινούρια στη θέση τους. Θα χτιστούν πολυκατοικίες χωρίς χρώμα, χωρίς οσμή, χωρίς ιστορία. Μπορεί να την ονομάσουν και πάλι Αντιόχεια αλλά θα μοιάζει με κάτι άλλο. Άραγε κάποτε οι άνθρωποί της θα επιστρέψουν πίσω; Έστω για να φτιάξουν τα περίφημα φαγητά της Αντιόχειας; Ή μήπως ακόμη και αυτά θα χαθούν μαζί με τους ανθρώπους της, που ίσως να μην γυρίσουν ποτέ πια στην πόλη τους;

Χαρακτηριστική της απόγνωσης που διακατέχει τους επιζήσαντες, είναι η περίπτωση της Γκαζμέ. «Κάθε μέρα έρχομαι εδώ και βλέπω το σπίτι μου. Δεν μπορώ να φύγω. Δεν μπορώ να ξεχάσω. Ήταν τόσο μεγάλο το κακό που εκείνη την ώρα είπαμε ‘τελειώσαμε, θα πεθάνουμε όλοι’. Οι γείτονές μας σκοτώθηκαν. Το σπίτι μας από τον δεύτερο όροφο που βρισκόταν ξαφνικά βρέθηκε στο ισόγειο. Πέταξα τα παιδιά από τα κάγκελα της αυλής, μετά βγήκα κι εγώ. Από θαύμα ζούμε», λέει. Η Γκαμζέ δεν μπορεί να σταματήσει να κλαίει. Δείχνει το σπίτι της. «Κοίτα πώς είναι όλα. Δεν υπάρχει τίποτα. Δεν υπάρχει Αντιόχεια. Δεν μας έμεινε τίποτα, δεν ξέρουμε πού να πάμε, τι να κάνουμε. Στείλαμε τα παιδιά στην Άγκυρα κι εμείς μένουμε εδώ, στα αντίσκηνα», λέει. «Μήπως τελικά θα πάτε κι εσείς στην Άγκυρα;». «Δεν ξέρω, δεν ξέρω τίποτα. Θέλουμε την Αντιόχειά μας αλλά δεν υπάρχει πια. Δεν ξέρουμε τι να κάνουμε, δεν ξέρουμε».

Στη γειτονιά Γκαζί έρχονται κάθε τόσο κι άλλοι κάτοικοι της γειτονιάς της Αντιόχειας. Θέλουν να ξαναδούν το σπίτι τους, έστω και γκρεμισμένο. Ο θρήνος των ανθρώπων συνεχίζεται.

Χάος και αναρχία

Μένουν ακόμη στα αντίσκηνα οι περισσότεροι. Έχουν φαγητό, έχουν πόσιμο νερό. Κάποιοι είναι τυχεροί που έχουν κοντά τους κινητές κουζίνες, με μάγειρες ή σεφ που ήρθαν από τις γύρω πόλεις εθελοντικά και μαγειρεύουν στα μεγάλα καζάνια για τους σεισμόπληκτους. Κάποιοι άλλοι ζουν με μπισκότα και ξηρά τροφή που διανέμεται καθημερινά. Ο ηλεκτρισμός, το νερό για σκοπούς υγιεινής, οι τουαλέτες, θεωρούνται πολυτέλεια. Το ηλεκτρικό και το νερό δεν αποκαταστάθηκε ακόμη στις πληγείσες περιοχές όπως η Αντιόχεια, το Καχραμάνμαρας, η Αλεξανδρέττα, το Αντίγιαμαν.

Στα βενζινάδικα δεν υπάρχει βενζίνη. Ούτε και τίποτα φαγώσιμο. Στα ράφια μόνο κάτι απορρυπαντικά, σαπούνια και σαμπουάν. Αδεια τα υπόλοιπα.

Στην περιοχή επικρατεί το χάος, αναρχία παντού. Ενδεικτική η απάντηση που δόθηκε σε ταξιτζή δημοσιογραφικής αποστολής από οδηγό βαρέως οχήματος του δήμου που απομάκρυνε μπάζα και χτύπησε το ταξί καθώς ήταν σταθμευμένο. Ο οδηγός του ταξί ζήτησε εξηγήσεις, ήθελε αποζημίωση. «Τι αποζημίωση, δεν βλέπεις τι γίνεται γύρω σου; Εγώ είμαι υπάλληλος, δεν έχω να πληρώσω τίποτα…», ήταν η απάντηση που έλαβε. Καθίσταται ξεκάθαρο ότι νόμοι δεν εφαρμόζονται, αστυνομία δεν υπάρχει για να ασχοληθεί με μια απλή οδική σύγκρουση.

Ο Ισμαήλ μπέης, ο οδηγός του ταξί, είναι από εκείνους τους ανθρώπους που δεν προσπάθησε ούτε στιγμή να εκμεταλλευτεί την κρίση και να κερδοσκοπήσει. Αντίθετα με άλλους ταξιτζήδες που ζητούσαν διπλά και τριπλά από τους δημοσιογράφους που κάλυπταν αυτή την τραγωδία. «Θέλω να κοιμάμαι τα βράδια ήσυχα», λέει.

Ο κ. Ισμαήλ δείχνει ξανά την ανθρωπιά του όταν περιμαζεύει  ένα νεαρό αγόρι στον δρόμο προς την Αλεξανδρέττα που ήθελε να πάει κοντά στη βάση του Ίντζιρλικ και είχε μόλις φτάσει από την Κωνσταντινούπολη με ένα σάκο στον ώμο κατευθυνόμενος προς το σπίτι του, να συναντήσει την αδελφή του. Το σπίτι τους γκρεμισμένο και η αδελφή του έμενε στο αντίσκηνο που έστησε στην αυλή. Δεν ήθελε να φύγει από την πόλη που γεννήθηκε. Να πάρει χρήματα ο οδηγός του ταξί, ούτε λόγος.

Περπατώντας πάνω από πτώματα…

Η Τουρκία διανύει την τρίτη εβδομάδα μετά τον σεισμό. Σε επίπεδο πολιτικής, Κυβέρνηση και αντιπολίτευση να ερίζουν. Να αποδίδει ο Τούρκος Πρόεδρος στο χέρι της μοίρας την καταστροφή. Να του επιρρίπτει ευθύνες η αντιπολίτευση και να τον κατηγορεί για ανικανότητα. Στο μεταξύ, όλες αυτές τις μέρες που ακολούθησαν τον πρώτο σεισμό και που προηγήθηκαν των πολιτικών αλληλοκατηγοριών, άνθρωποι να ψάχνουν στα ερείπια για επιζώντες και μετά για πτώματα. Οι διασώστες να παλεύουν με τα μπάζα και σιγά σιγά να εγκαταλείπουν για να δώσουν τη θέση τους στους εκσκαφείς. Και οι δημοσιογράφοι, πολύπειροι μεν, εντούτοις να συγκλονίζονται. Να πατάνε πάνω από τα γκρεμισμένα σπίτια, πάνω από τα ερείπια των κτιρίων για μια δήλωση από διασώστες, για μια εικόνα. Και ξαφνικά η φρικτή συνειδητοποίηση. Κάτω από αυτά μπορεί να υπήρχαν άνθρωποι ζωντανοί που άκουγαν τα βήματά μας… Η συνειδητοποίηση ότι πιθανόν να περπατούσαμε πάνω από πτώματα ανθρώπων…

Πηγή:ΚΥΠΕ

Share
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ

Share